Το αίνιγμα της ανεργίας, ιδιαίτερα στους κλάδους της εστίασης και της φιλοξενίας, παρουσιάζει ένα περίπλοκο παράδοξο. Παρά τη σταδιακή μείωση των συνολικών ποσοστών ανεργίας, παραμένει ένα σημαντικό τμήμα περίπου μισού εκατομμυρίου ανέργων που αγωνίζεται να συνδεθεί με πιθανούς εργοδότες. Αυτή η αποσύνδεση εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη και καθώς η σημαντική πλειονότητα των εταιρειών –σχεδόν οκτώ στις δέκα, σύμφωνα με έρευνες– εκφράζουν απογοήτευση για τις ανεπιτυχείς προσπάθειές τους να καλύψουν κενές θέσεις.
Η δυναμική της αγοράς εργασίας έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές, ιδιαίτερα αισθητές σε τομείς όπου προηγουμένως κυριαρχούσε η σταθερή προσφορά εργαζομένων. Έχει παρατηρηθεί μια αξιοσημείωτη αλλαγή στη διαθεσιμότητα εργαζομένων σε τομείς που παραδοσιακά συνδέονται με τουριστικούς προορισμούς. Αυτή η αλλαγή έχει δημιουργήσει ένα φαινόμενο κυματισμού, επηρεάζοντας τις επιχειρήσεις σε διάφορους τομείς.
Οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων, ιδιαίτερα εκείνοι του λιανικού εμπορίου, έχουν εκφράσει τις δυσκολίες τους στην πρόσληψη προσωπικού. Παρατηρούν ότι οι πιθανοί εργαζόμενοι είτε επιλέγουν να βασίζονται σε επιδόματα ανεργίας μετά τη θερινή περίοδο, όταν συνήθως εργάζονται σε προορισμούς εκτός πόλης, είτε απορροφώνται από τον αυξανόμενο αριθμό των μίνι μάρκετ και άλλων επαγγελματικών οδών.
Την έντονη έλλειψη εργαζομένων σε όλους τους ρόλους που σχετίζονται με την εστίαση επισημαίνει ο γραμματέας του Σωματείου Εστιατόρων, Ψητοπωλείων και Καφέ-Μπαρ του νομού Θεσσαλονίκης, Μιχάλης Επιτροπίδης. Αυτό περιλαμβάνει μάγειρες, σερβιτόρους, μπάρμαν και προσωπικό κουζίνας. Η έλλειψη, η οποία έγινε εμφανής κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οδήγησε πολλούς εργαζόμενους στον τομέα της εστίασης να στρέφονται σε ρόλους όπως ταχυμεταφορείς ή προσωπικό παράδοσης.
Η διαφοροποίηση των επαγγελματικών επιλογών μεταξύ των εργαζομένων δεν είναι ο μόνος παράγοντας που συμβάλλει σε αυτό το έλλειμμα. Ένας αξιοσημείωτος κορεσμός στον κλάδο της εστίασης επιδεινώνει το ζήτημα. Μια τυπική επιχείρηση σε αυτόν τον τομέα επισημαίνει ότι ο πολλαπλασιασμός των εστιατορίων που προσφέρουν βασικά είδη διατροφής έχει κλιμακώσει τη ζήτηση για ειδικευμένους μάγειρες. Ακόμη και ένα απλό καφέ μπορεί τώρα να απαιτεί από έναν μάγειρα να ετοιμάζει μπιφτέκια ή πίτσες, αυξάνοντας έτσι τη συνολική ζήτηση για επαγγελματίες της μαγειρικής.
Από την άλλη, οι εργαζόμενοι στον κλάδο της εστίασης δεν φαίνονται ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από τις συνθήκες εργασίας και τις αποδοχές τους. Ιδίως κατά τους θερινούς μήνες και σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, οι υπάλληλοι καλούνται να δουλεύουν υπό αντίξοες συνθήκες. Εξυπηρετώντας τα εξωτερικά τραπεζοκαθίσματα, εργάζονται σκληρά κάτω από τον καυτό ήλιο, πολλές φορές χωρίς την προστασία κάποιας τέντας σκίασης ή ομπρέλας.
Οι εστιάτορες αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις λόγω της έλλειψης προσωπικού. Πολλοί λειτουργούν με μειωμένο εργατικό δυναμικό, δεν μπορούν να βρουν υπαλλήλους με τις απαραίτητες δεξιότητες και εμπειρία. Αυτή η έλλειψη είναι ιδιαίτερα έντονη σε εξειδικευμένους ρόλους. Για παράδειγμα, μια επιχείρηση που απαιτεί ιδανικά έξι εργαζόμενους μπορεί να λειτουργεί μόνο με τρεις ή τέσσερις, αφήνοντας ακάλυπτες κρίσιμες θέσεις.
Στη Θεσσαλονίκη υπολογίζεται ότι μόνο στον κλάδο της εστίασης υπάρχουν περίπου 5.000 κενές θέσεις. Ωστόσο, ο πραγματικός αριθμός μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερος, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες των διαφορετικών επιχειρήσεων. Η σοβαρότητα της έλλειψης εργαζομένων φαίνεται από μερικά παραδείγματα:
Σημαντικό εστιατόριο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης έκλεισε για ένα μήνα, δήθεν για ανακαινίσεις. Στην πραγματικότητα, το κλείσιμο οφειλόταν στην αποχώρηση δύο βασικών μαγείρων που επέλεξαν να εργαστούν αλλού.
Ένα μαγαζί στον Εύοσμο χρειάστηκε να κλείσει γιατί ο ιδιοκτήτης, παρά την εκτεταμένη αναζήτηση, δεν βρήκε μάγειρα, κρίσιμο ρόλο για τη λειτουργία του καταστήματος.
Η κατάσταση υπογραμμίζει μια σημαντική απόκλιση μεταξύ του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού και των αναγκών της επιχειρηματικής κοινότητας, ιδιαίτερα στους τομείς της εστίασης και της φιλοξενίας. Αυτή η αναντιστοιχία επηρεάζει όχι μόνο τις επιχειρήσεις άμεσα, αλλά έχει και ευρύτερες επιπτώσεις για τις τοπικές οικονομίες και τις αγορές εργασίας. Η πρόκληση έγκειται στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των ανέργων και των τομέων που αναζητούν απεγνωσμένα εργαζομένους, απαιτώντας μια πολύπλευρη προσέγγιση που περιλαμβάνει κατάρτιση, κίνητρα και ίσως μια επανεκτίμηση του συστήματος παροχών απασχόλησης για να ενθαρρύνει μια πιο δυναμική και ανταποκρινόμενη αγορά εργασίας.