Η ελληνική τουριστική βιομηχανία έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και ανάπτυξη, ειδικά αν ληφθεί υπόψη το οικονομικό τοπίο από το 2019, μια χρονιά που στο παρελθόν κατείχε το ρεκόρ εσόδων από τον τουρισμό. Την περίοδο από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο του 2023, τα κέρδη του κλάδου έφτασαν σε σημαντικό ορόσημο, ξεπερνώντας τα συνολικά έσοδα του 2019. Αυτό το επίτευγμα υπογραμμίζει την ισχυρή τροχιά ανάκαμψης και ανάπτυξης του κλάδου, τοποθετώντας την χώρα μας ως κορυφαίο προορισμό στην ανταγωνιστική μεσογειακή τουριστική αγορά.
Σε μια λεπτομερή ανάλυση αυτής της αξιοσημείωτης ανάπτυξης, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα έσοδα από τον τουρισμό το πρώτο δεκάμηνο του 2023 ανήλθαν σε ένα εντυπωσιακό νούμερο της τάξεως των 19,612 δισ. ευρώ. Το ποσοστό αυτό όχι μόνο υπερβαίνει τα συνολικά ετήσια κέρδη του 2019, τα οποία ήταν 18,2 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά υποδηλώνει και μια διαρκή ανοδική τάση στον κλάδο. Η αύξηση των εσόδων είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη, δεδομένου ότι αντιπροσωπεύει αύξηση άνω του 10%, με τις προβλέψεις για ολόκληρο το έτος 2023 να εκτιμάται ότι θα κυμανθούν μεταξύ 20,2 και 20,3 δισ. ευρώ.
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος φωτίζουν περαιτέρω αυτήν την ανάπτυξη, αποκαλύπτοντας αύξηση 17,0% στις αφίξεις ταξιδιωτών μη κατοίκων και αύξηση 14,7% στις σχετικές εισπράξεις για την περίοδο Ιανουαρίου έως Οκτωβρίου 2023 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2022. Αυτό αποτελεί απόδειξη της διαρκούς ελκυστικότητας της Ελλάδας ως ταξιδιωτικού προορισμού και των αποτελεσματικών στρατηγικών που εφαρμόζει ο τουριστικός τομέας για την προσέλκυση επισκεπτών.
Ο κύριος Γιάννης Παράσχης, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), τόνισε την εξαιρετική ανθεκτικότητα και τις δυνατότητες ανάπτυξης του κλάδου. Κατά τη διάρκεια του ετήσιου συνεδρίου του ΣΕΤΕ, ο κύριος Παράσχης παρατήρησε ότι το 2023 βρίσκεται σε καλό δρόμο να κλείσει με μονοψήφια αύξηση των αφίξεων και διψήφια αύξηση των εσόδων σε σύγκριση με το 2019. Τόνισε την ευρωστία και τις αναπτυξιακές δυνατότητες του ελληνικού τουρισμού, ιδιαίτερα με τις περιφερειακές προκλήσεις που αντιμετωπίστηκαν μετά την πανδημία.
Εν όψει του 2024, οι προοπτικές για τον ελληνικό τουρισμό παραμένουν λαμπρές. Σύμφωνα με μελέτη του τμήματος οικονομικής ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ), οι πρώιμοι δείκτες ζήτησης για το 2024 είναι ευνοϊκοί, με τις κρατήσεις πτήσεων να ξεπερνούν τα επίπεδα τόσο του 2019 όσο και του 2022. Αυτή η θετική τάση αποδίδεται εν μέρει στη μετατόπιση των προτιμήσεων των ταξιδιωτών προς ημερομηνίες διακοπών εκτός αιχμής και εναλλακτικούς προορισμούς, γεγονός που συμβάλλει στον μετριασμό του συνωστισμού και των επιπτώσεων των ακραίων καιρικών συνθηκών.
Ωστόσο, ο κλάδος αντιμετωπίζει προκλήσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη μελλοντική ανάπτυξή του. Τα περιορισμένα περιθώρια τιμολόγησης για τις ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις προκαλούν ανησυχία, καθώς οι πρόσφατες αυξήσεις τιμών έχουν φέρει τις τιμές σε επίπεδα που είναι οριακά μόνο ανταγωνιστικές με άλλες τουριστικές δυναμικές της Μεσογείου, όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Επιπλέον, οι αυξημένες τουριστικές ροές φέρνουν την ανάγκη για αναβάθμιση των υποδομών και αποτελεσματική διαχείριση προορισμών, ιδιαίτερα σε περιοχές που αντιμετωπίζουν σοβαρό κορεσμό κατά τους μήνες αιχμής.
Το γεωπολιτικό τοπίο εγκυμονεί επίσης πιθανούς κινδύνους, καθώς τα «σύννεφα γεωπολιτικής αβεβαιότητας» παραμένουν ένας παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Για παράδειγμα, το Ισραήλ, που αντιπροσωπεύει το 2% των αφίξεων του 2022, αποτελεί παράδειγμα της επιρροής εξωτερικών παραγόντων στις τουριστικές τάσεις. Επιπλέον, οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης και η κυμαινόμενη εμπιστοσύνη των καταναλωτών σε βασικές αγορές αποτελούν σημαντικά στοιχεία για τη βιωσιμότητα του κλάδου.
Αυτό φέρνει στο προσκήνιο την κρίσιμη πτυχή της βιωσιμότητας στον ελληνικό τουριστικό τομέα. Το έτος 2023 σηματοδοτεί ένα κομβικό σημείο, όχι μόνο λόγω των εσόδων που σπάνε ρεκόρ, αλλά περισσότερο λόγω της αναδυόμενης ανάγκης για βιώσιμες πρακτικές. Τόσο ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων όσο και ένας αυξανόμενος αριθμός επιχειρηματιών του κλάδου επικεντρώνονται ολοένα και περισσότερο στη διασφάλιση της βιωσιμότητας του κλάδου. Αυτό περιλαμβάνει την οικονομική βιωσιμότητα, όπως φαίνεται στον εξελισσόμενο διάλογο λόγω των αυξημένων τουριστικών ροών και εσόδων, την κοινωνική βιωσιμότητα, που αποδεικνύεται από τη μετάβαση από την υποστήριξη των εργαζομένων κατά τη διάρκεια της πανδημίας στην αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, που υπογραμμίζεται από τις προκλήσεις που τίθενται από τις κλιματικές καταστροφές σε περιοχές όπως ο Έβρος, το Πήλιο και η Ρόδος. Ποιος ξεχνάει άλλωστε το καλοκαίρι του 2023 όπου οι φωτιές καταβρόχθισαν ένα τεράστιο μέρος της δασικής περιοχής της χώρας μας; Στη Ρόδο μάλιστα η μανία της φωτιάς ήταν τέτοια όπου φτάνοντας μέχρι την παραλία, έκανα παρανάλωμα του πυρός ξαπλώστρες και ομπρέλες παραλίας, λίγα μόλις μέτρα από τη θάλασσα.
Ενώ ο ελληνικός τουρισμός βιώνει μια ιστορική περίοδο ανάπτυξης και δημιουργίας εσόδων, ξεπερνώντας τα προηγούμενα ρεκόρ και αναδεικνύει τις δυνατότητές του, βρίσκεται επίσης σε ένα σταυροδρόμι. Η βιομηχανία πρέπει να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της ανταγωνιστικής τιμολόγησης, των απαιτήσεων για υποδομές και των περιβαλλοντικών ανησυχιών, όλα αυτά ενώ διατηρεί τη δυναμική της και προσαρμοζόμενη στο εξελισσόμενο παγκόσμιο ταξιδιωτικό τοπίο. Η εστίαση στη βιωσιμότητα σε όλες τις διαστάσεις της δεν είναι μόνο απαραίτητη για τη συνεχή επιτυχία του ελληνικού τουρισμού, αλλά αποτελεί επίσης στρατηγική επιταγή για τη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα και ανάπτυξή του.